Αναγνώστες

10 Νοε 2010

Γέλια του Οφιούχου

Απ’ όλα τα πουλιά
μόνο η περηφάνεια σου σκοτώνει το άσπρο.
Κι ο λόγος δεν είναι που πατήθηκε ο λόγος
ούτε που του έρωτα το άλογο φρένιασε,
μον’ που ’βαλες σκυλιά ξωπίσω μου, τα γέλια του Οφιούχου,
να με δαγκώνουν σχέδια
πληγές φρέσκιας ημέρας.
Και που σε σκέφτομαι μεσοπέλαγα
-τρεις μέρες δρόμο-
μου τη φυλάς, το ξέρω.

           Γωνία Νοεμβρίου με τα μάτια σου,
           δεν είχε φανάρι
                είπα να περάσω
                     το φορτηγό σαϊτα
                          οι ρόδες του από θάνατο,
      ποιος με θυμάται!…

Πέρα ως τη χάση του ουρανού
με ψάχνουνε τα γέλια του Οφιούχου.
Ψάχνω κι εγώ τον κώδικα, τι να σημαίνουν;
τάχα «ποτέ πια» ή μήπως «μη με περιμένεις»;

Κι έλεγα, ο φτωχός, θα ’δινες ένα χέρι
να ανακαλύπταμε την Αστρονομία του Έρωτα.


[Αυθόρμητη "παραλλαγή-ιεροσυλία" που την διέπραξα
διαβάζοντας ποιήματα του Έκτορα Κακναβάτου στις 21.11.2002]



       

Πέθανε ο ποιητής Έκτωρ Κακναβάτος

Πέθανε, στα 90 του χρόνια, έχοντας ζήσει μία γόνιμη πραγματική και ποιητική ζωή ο Έκτωρ Κακναβάτος. Ο Γιώργος Κοντογιώργης, όπως ήταν το κανονικό του όνομα υπήρξε από τους συνεπέστερους εκπροσώπους του μεταπολεμικού υπερρεαλισμού. 
Ανήκε στον αστερισμό, που τον μοιράστηκε με τους Μάτση Χατζηλαζάρου, Μαντώ Αρβαντινού, Γιώργο Λίκο, Δ. Π. Παπαδίτσα και Μίλτο Σαχτούρη. Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1920, σπούδασε μαθηματικά και εργάστηκε στην Μέση Εκπαίδευση.
Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, με τις τάξεις τού ΕΑΜ, ενώ, κατά τη διάρκεια τού Εμφύλιου, συνελήφθη και κλείστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα, με την ποιητική συλλογή «Fuga», το 1943. Το έργο του συγκεντρώθηκε στον τόμο «Ποιήματα: 1943 - 1987» («Αγρα»). Είχε μεταφράσει Τζόϊς Μανσούρ και Μαρσέλ Σβομπ.

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=222008

.